ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η ενεργειακή πολιτική μιας χώρας σχεδιάζεται με γνώμονα τις εξής τρεις παραμέτρους:

  1. Ασφάλεια τροφοδοσίας
  2. Μείωση ή συγκράτηση κόστους
  3. Προστασία του περιβάλλοντος   

Επίσης, η ευθυγράμμιση της χώρας με τις Ευρωπαϊκές επιταγές και τη Διεθνή Κοινότητα θεωρείται αυτονόητη.

Η ασφάλεια τροφοδοσίας πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα κάθε μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού και επιτυγχάνεται μέσω διασποράς πηγών τροφοδοσίας, διασυνδέσεων με γειτονικές χώρες και μερικής μείωσης της εξάρτησης από εισαγωγές ενέργειας. Η χώρα μας έχει ήδη πετύχει πολλούς από αυτούς τους στόχους με τους αγωγούς και τις εγκαταστάσεις παραλαβής υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΦΑ)  και πλησιάζει στο να γίνει ενεργειακό hub με την καλωδιακή διασύνδεση Κύπρου, Αιγύπτου και Ισραήλ που πρέπει να επιταχυνθούν. Παρατηρούμε εδώ ότι τα γεωπολιτικά όπως η ΑΟΖ, τα θαλάσσια κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και οι διακρατικές σχέσεις – ειδικά με κράτη μη μέλη της ΕΕ, έχουν απόλυτη συνάφεια με το σχεδιασμό της στρατηγικής της χώρας.

Επίσης η συνέχιση της διασύνδεσης των Ελληνικών νησιών με την Ηπειρωτική χώρα πρέπει και μπορεί να επιταχυνθεί εάν ενθαρρυνθούν να συμμετέχουν ιδιωτικά κεφάλαια και επέλθει διάσπαση του μονοπωλίου τόσο του δικτύου υψηλής (ΑΔΜΗΕ) όσο και χαμηλής τάσης (ΔΕΔΔΗΕ).

Στόχος της χώρας πρέπει να είναι η αύξηση της συμμετοχής των  Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο ενεργειακό μείγμα και αυτό διότι μέσω αυτών επιτυγχάνεται ταυτόχρονα η μείωση κόστους ηλεκτρικης ενέργειας, η αύξηση της ενεργειακής αυτονομίας της χώρας και η προστασία του περιβάλλοντος. Η σταδιακή αποχώρηση από τον λιγνίτη είναι κίνηση  στην σωστή κατεύθυνση.

Το ζήτημα της στοχαστικότητας των ΑΠΕ αντιμετωπίζεται με μονάδες βάσης (είτε ΦΑ ή και βιοαερίου) και μπαταρίες (χημικές ή μηχανικής φύσεως).

Δυστυχώς για άλλη μια φορά, η έλλειψη στρατηγικής στο συγκεκριμένο θέμα έκανε την επένδυση σε ΑΠΕ ένα πεδίο ανάδειξης καιροσκόπων και μεσαζόντων αντί επενδυτών. Οι κυβερνήσεις διαχρονικά επέλεξαν σκόπιμα τη διόγκωση  της γραφειοκρατίας, της αδιαφάνειας, της πολυνομίας και της μεταβλητότητας των όρων του παιχνιδιού, ώστε η εξάρτηση από πάσης φύσεως αρχές να αποτελούν τον κανόνα. Παράλληλα άφησαν τους επενδυτές να υποβάλλουν πολλαπλάσιες αιτήσεις χωρίς αποτέλεσμα, γεγονός που δημιούργησε επιπλέον κόστος και κακό προηγούμενο για τη φήμη της χώρας στο εξωτερικό. Έδωσαν ειδική μεταχείριση σε μεγάλα έργα με το επιχείρημα  ότι οι μεγάλες εγκαταστάσεις των παικτών fast track έχουν οικονομία κλίμακος και άρα χαμηλότερο κόστος, όμως η υπερπροσφορά από πολυάριθμους μικρούς επενδυτές αποδεικνύει το σφάλμα του σκεπτικού αυτού.

Για τα φωτοβολταϊκά: Η αγορά ΦΒ χρειάζεται ξεκάθαρο σχέδιο χωροθέτησης για ολόκληρη την επικράτεια, χωρίς εκπλήξεις και προτεραιότητα στις στέγες κτιρίων. Προώθηση των υβριδικών μονάδων (με μπαταρία), που εγχέουν ενέργεια σε ώρες μη αιχμής

Για τα αιολικά: Και εδώ ξεκάθαρο χωροταξικό, ενημέρωση των τοπικών πληθυσμών για τα οφέλη και επιτέλους προώθηση των υπεράκτιων αιολικών.

Για την βιομάζα / βιοαέριο: Ενημέρωση της τοπικής κοινωνίας με σχετικά προγράμματα ήδη από το σχολείο. Προώθηση μεγάλων συστημάτων σε συνδυασμό με τηλεθέρμανση και επιβολή προστίμου σε όσους ανεξέλεγκτα μολύνουν με τα αγροτικά και κτηνοτροφικά απόβλητα ρυάκια και χωράφια. Παροχή κινήτρων συμβολαιακής καλλιέργειας ενεργειακών φυτών.         

Για τις μικρές ανεμογεννήτριες: Το κράτος έχει αφήσει στις καλένδες τις μικρές ανεμογεννήτριες εντός αστικού ιστού, για τις οποίες υπάρχει σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, αλλά η κυβέρνηση διά της «μη απάντησης» έχει ουσιαστικά παγώσει όλες τις αιτήσεις. Έτσι χάνουμε την ευκαιρία να τοποθετήσουμε τέτοιου είδους ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες σε ανοιχτούς χώρους, όπως σταθμούς στάθμευσης αυτοκινήτων, επί εργοστασίων και εμπορικών κέντρων και αλλού, γεγονός που θα έφερνε την παραγωγή ενέργειας πολύ κοντά στην κατανάλωση, μειώνοντας τις απώλειες μεταφοράς.

Γενικά η προώθηση του net metering (ενεργειακού συμψηφισμού) για επιχειρήσεις κρίνεται ως επιβεβλημένη, ακόμη και με ρύθμιση μηδενικής έγχυσης στο δίκτυο.

Για το δημόσιο: η χώρα έπρεπε να εκμεταλλευτεί υπάρχουσες επιφάνειες δημοσίων κτιρίων κατά προτεραιότητα (στρατώνες, νοσοκομεία, σχολεία, μουσεία κλπ. Έπρεπε ο δημόσιος τομέας να πρωτοστατεί στη μείωση του ενεργειακού του κόστους, με χρήση φωτοβολταϊκών, μικρών ανεμογεννητριών (Α/Γ), μοντέρνων τεχνολογιών και βέλτιστων πρακτικών.

Για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά: Μέχρι την οριστική διασύνδεση των απομεμακρυσμένων νησιών, η ενεργειακή αυτονομία τους (ειδικά των επιλεγμένων 40 μικρών νησιών) με ΑΠΕ και αποθήκευση είναι στη σωστή κατεύθυνση.

Για τα μικρά νησιά: Εδώ πρέπει να ενθαρρυνθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό η ηλεκτροκίνηση. Μέσω της ηλεκτροκίνησης, εξαλείφεται το μεταφορικό έργο των  ορυκτών καυσίμων από το διυλιστήριο μέχρι τα πρατήρια στο νησί. Αυτό μπορεί να αποτελέσει και εργαλείο marketing για τον τουρισμό μας ως πράσινος τουρισμός.

Το πράσινο υδρογόνο: Σημαντική η ευκαιρία που δίδεται στη χώρα με την εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου για το πράσινο υδρογόνο (παραγωγή υδρογόνου από ΑΠΕ). Πρόταση: η ενθάρρυνση ανάπτυξης στοχευμένων τεχνολογιών μέσω ερευνητικών προγραμμάτων.

Μια άλλη πολύ σημαντική «Ανανεώσιμη Πηγή Ενέργειας» είναι η εξοικονόμηση ενέργειας. Εάν θελουμε να πετύχουμε τους στόχους μας ως χώρα και να παραμείνουμε ανταγωνιστική, πρέπει  να συμπεριλάβουμε σοβαρά αυτή την ανεξάντλητη πηγή, καθώς για κάθε ηλεκτρική κιλοβατώρα που δεν ξόδεψε ο καταναλωτής, εξοικονομήθηκαν τρεις(!) κιλοβατώρες στην παραγωγή. Η μέχρι σήμερα αντιμετώπιση του θέματος ήρθε αργά και συνεχίζει να προσκρούει σε αγκυλώσεις που καθιστούν θεσμούς που λειτουργούν με επιτυχία στην υπόλοιπη Ευρώπη, άχρηστους στη χώρα μας όπως είναι οι ESCOs (εταιρείες ενεργειακής εξοικονόμησης μέσω έργων και συμβάσεων  διαμοιραζόμενου οφέλους).

Τα προγράμματα τύπου «Εξοικονομώ» έχουν τεράστια γραφειοκρατία, μεγάλη αργοπορία, εχθρικό περιβάλλον από τις διαχειριστικές αρχές και τελικά  περιορισμένο αποτέλεσμα. Και αυτό διότι οι κυβερνήσεις διαχρονικά προσπαθούν να κάνουν κοινωνική πολιτική με τους πόρους του περιβάλλοντος! Δηλαδή, δίνουν μεγαλύτερη βάση στο να αποκτήσει μια  κοινωνικά ευπαθής ομάδα κάποιου είδους θαλπωρή, από το να εξοικονομήσει η Μεσσία Τάξη χρήματα, να σταματήσει η ενεργειακή σπατάλη και οι εισαγωγές πετρελαιοειδών. (Όμως και ως μέσο κοινωνικής πολιτικής είναι αποτυχημένο, διότι, οι μεγάλοι κερδισμένοι και σε αυτό το σύστημα είναι τελικά όσοι φοροδιαφεύγουν και δείχνουν χαμηλά εισοδήματα.) Πρόταση: Διαχωρισμός κοινωνικής πολιτικής από την ενεργειακή πολιτική με ξεκάθαρα κονδύλια και στόχους. Απλοποίηση διαδικασιών: Απαλλαγή ΦΠΑ για συγκεκριμένα υλικά και εργασίες σε συνδυασμό με άτοκο δάνειο. Κατάργηση υποχρεωτικότητας συνδυασμού ενεργειών και τεχνολογιών, της μεταβολής τριών ενεργειακών κλάσεων, ενεργειακών επιθεωρήσεων και προϋπολογισμών. 

Το κτιριακό απόθεμα της χώρας παραμένει ο «μεγάλος ασθενής» της ενέργειας. Η έλλειψη μονώσεων οδήγησε σε διαχρονική σπατάλη ενέργειας και εξ’ αυτής της αιτίας σε μηχανισμούς κοινωνικής αντιστάθμισης (πετρέλαιο θέρμανσης, επιδόματα κλπ.) που έγινε εργαλείο πολιτικής επιρροής, αλλά και κίνητρο παραοικονομίας (λαθρεμπόριο). Την ίδια ώρα άλλες χώρες μέλη της ΕΕ, έκαναν κεκαλυμμένη/κρυφή επιδότηση της ενεργοβόρου βιομηχανίας τους, προσφέροντας τους προνομιακά το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της φθηνής ενέργειας, ενώ τα νοικοκυριά πλήρωναν τη διαφορά.

Αντίστοιχο εργαλείο στρέβλωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και ακολούθως τεχνητής διόγκωσης της επιδοματικής πολιτικής, αποτελεί το ονομαζόμενο χρηματιστήριο ενέργειας. Εδώ η κυβέρνηση δεν πέρασε το χαμηλό κόστος των ΑΠΕ και του εγχώριου λιγνίτη στους καταναλωτές, αλλά άφησε την τιμή του ρεύματος να διογκωθεί αναλογικά με το εισαγόμενο φυσικό αέριο. Έτσι η μεν ΔΕΗ δημιούργησε τα γνωστά υπερκέρδη (που ξόδεψε στη συνέχεια με την εξαγορά εμπορικής αλυσίδας, για να μη φορολογηθεί με 90%) και η κυβέρνηση χρησιμοποίησε τους πόρους του «πράσινου ταμείου» (δηλαδή τη διαφορά τιμής)  για να μοιράζει επιδόματα.

Η Ελλάδα πρέπει από ουραγός των εξελίξεων, να μεταλλαχθεί σε πρωτοπόρο. Η διείσδυση του φυσικού αερίου στη χώρα άργησε για διάφορους ιστορικούς λόγους σε σχέση με την Κεντρική Ευρώπη. Η διαφορά είναι πλέον τόσο μεγάλη που η χώρα μας μπορεί να πετύχει «άλμα τεχνολογίας» διακόπτοντας πλέον την εξάπλωση του κοστοβόρου δικτύου ΦΑ και νομοθετώντας την υποχρεωτικότητα της ενδοδαπέδιας θέρμανσης σε συνδυασμό με αντλίες θερμότητας, που έχουν αποδειχθεί κατάλληλες για τα μεσογειακά κλίματα.

Στις μεταφορές:

Η ηλεκτροκίνηση είναι στη σωστή κατεύθυνση. Τα προγράμματα επιδοτήσεων όμως δεν αρκούν. Χρειάζονται υποδομές. Τόσο με σταθμούς φόρτισης όσο και ενθάρρυνσης της Μικροκινητικότητας με πεζόδρομους, ποδηλατοδρόμους, ζώνες περιορισμένης κίνησης οχημάτων κλπ. Το πρόγραμμα επιδότησης ηλεκτρικών ταξί δεν είναι εφαρμόσιμο λόγω της διάρκειας φόρτισης. Αντιθέτως πρέπει να ενθαρρυνθούν τα ηλεκτρικά λεωφορεία που κάνουν συγκεκριμένα δρομολόγια. 

Ο εκσυγχρονισμός του σιδηροδρομικού δικτύου μεταξύ μεγάλων πόλεων της ηπειρωτικής Ελλάδας είναι αυτονόητος. Όμως πρέπει να υπάρξει άμεση διασύνδεση του λιμένα Πειραιά με το ευρωπαϊκό δίκτυο καθώς η χώρα μεταμορφώνεται σε εμπορική  πύλη της Ευρώπης για την Ασία. Η πρακτική εκχώρησης δημοσίων assets με επιλεκτικό τρόπο ή μερικώς δηλαδή χωρίς τις υποδομές τους (πχ. ΤΡΕΝΟΣΕ  ή τα 14 αεροδρόμια) πρέπει να σταματήσει. Όποιος επενδυτής αναλαμβάνει ένα τέτοιο asset, πρέπει να έχει τη συνολική ευθύνη του στα πρότυπα της Αττικής Οδού. Το μετρό πρέπει να επεκταθεί, όχι όμως το τραμ. Επίγεια μέσα που μοιράζονται τον ζωτικό χώρο άλλων μέσων συγκοινωνίας δεν επιφέρουν σημαντικό αποτέλεσμα. 

Παρατηρούμε συνολικά ότι ολόκληρος ο πλανήτης κινείται στην κατεύθυνση του εξηλεκτρισμού όλων των δραστηριοτήτων (στην ψύξη/θέρμανση, τις μεταφορές και την παραγωγή). Αυτό μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για τη χώρα μας που είναι προικισμένη με αρκετές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Όμως αυτές πρέπει να συνδεθούν με την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και την  αντίστοιχη παραγωγική βιομηχανία, που θα φέρει θέσεις εργασίας υψηλής προστιθέμενης αξίας και αποδοχών. Στο παρελθόν η χώρα διέθετε πέντε εργοστάσια παραγωγής φωτοβολταϊκών κυψελών και πάνελ, ελληνικών συμφερόντων. Αυτά έκλεισαν λόγω μιας ιδιαιτερότητας στην νομοθεσία του ΦΠΑ, αλλά και του αθέμιτου ανταγωνισμού που δέχτηκαν από κινέζικα εργοστάσια. Επίσης, σήμερα αναπτύσσεται μια μονάδα καινοτόμων φωτοβολταϊκών που ενσωματώνονται σε κτίρια. Επιπλέον Ελληνικές εταιρείες μπορούν να ενθαρρυνθούν στην κατασκευή αυτοματισμών, μικρών ανεμογεννητριών και μπαταριών.

Όλα αυτά μπορούν να σχεδιαστούν στρατηγικά, ώστε η χώρα μας να επωφεληθεί σημαντικά και μακροχρόνια.